Σάββατο 11 Οκτωβρίου 2008

Τα μυστήρια του Ύπνου

Ο ύπνος αποτελεί ακόμη ανεξερεύνητη χώρα για την επιστήμη. Κανένας δεν μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα γιατί ξοδεύουμε το 1/3 της ζωής μας κοιμώμενοι. Εχουμε ωστόσο μάθει πολλά για την ανατομία του ύπνου μας, αλλά και για τον τρόπο αντιμετώπισης των διαφόρων διαταραχών του ...

Το ερώτημα φαίνεται απλό: «Τι είναι ο ύπνος και σε τι χρησιμεύει;». Η απάντησή του όμως είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Ούτε λίγο ούτε πολύ, οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ακόμη γιατί κοιμόμαστε. Με άλλα λόγια, παραμένει άγνωστο γιατί ξοδεύουμε το ένα τρίτο της ζωής μας στο κρεβάτι μας. Παρά την εντυπωσική αυτή άγνοια, πολλά από τα μυστήρια του ύπνου έχουν διαλευκανθεί και μάλιστα χάρη στις προσπάθειες ενός επιστήμονα ελληνικής καταγωγής: του Anthony Kales (Αντώνης Κάλης), ο οποίος είναι σήμερα ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια. Ο Kales πρώτος κατέδειξε ότι ο ύπνος, μακράν του να είναι μια κατάσταση αεργίας, αποτελείται από διακριτά στάδια κατά τη διάρκεια των οποίων λαμβάνουν χώρα πολύ συγκεκριμένες λειτουργίες. Η σταδιοποίηση αυτή άνοιξε νέους ερευνητικούς ορίζοντες που στη συνέχεια επέτρεψαν την περιγραφή, την αναγνώριση και την αντιμετώπιση των διαταραχών του ύπνου. Την εβδομάδα που πέρασε ο κ. Kales αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, έπειτα από εισήγηση του επί δεκαετίες συνεργάτη του καθηγητή Ψυχιατρικής κ. Κ. Σολδάτου. «Το Βήμα» συναντήθηκε με τους έλληνες επιστήμονες και σας μεταφέρει τις γνώσεις και τις συμβουλές τους για καλό ύπνο.

Πώς «πέθανε» η θεωρία του θανάτου...

Το φαινόμενο του ύπνου απασχόλησε τους ανθρώπους από αρχαιοτάτων χρόνων αλλά πάντα παρέμενε ένα φαινόμενο τυλιγμένο στο μυστήριο. Οι αρχαίοι Ελληνες τον θεωρούσαν αδελφό του θανάτου, πράγμα που δείχνει ότι και εκείνοι πίστευαν πως πρόκειται για μια κατάσταση ελάχιστης ενεργότητας. Η θεώρηση του ύπνου ως κατάσταση αεργίας άλλαξε μόλις το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα: αρχικώς, το 1953, οι Aserinski και Kleitman του Πανεπιστημίου του Σικάγου παρατήρησαν την περιοδική επέλευση ταχέων οφθαλμικών κινήσεων (Rapid Eye Movements, REM) κατά τη διάρκεια του ύπνου. Στα επόμενα χρόνια, η φάση αυτή του ύπνου η οποία ονομάστηκε REM συνδέθηκε με την ονειρική δραστηριότητα αλλά και με μείωση στο ελάχιστο του μυϊκού τόνου, υπό τον έλεγχο του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος. Το 1968, οι Rechtschaffen και Kales δημοσίευσαν μια συστηματική ανάλυση των σταδίων του ύπνου πράγμα το οποίο όχι μόνο «έβαλε μια ταφόπλακα» στη θεωρία ότι ύπνος είναι μια κατάσταση αεργίας, αλλά επέτρεψε την καθιέρωση αξιόπιστων κριτηρίων για τη μελέτη του στο εργαστήριο.

Φάσεις του ύπνου

Με βάση τα ευρήματα των Rechtschaffen και Kales, ο ύπνος μας αποτελείται από ρυθμικές εναλλαγές της φάσης REM και μη REM (non REM, NREM). Η δεύτερη αυτή φάση αποτελείται από τέσσερα διακριτά στάδια (1 έως 4), τα οποία αντιπροσωπεύουν τη διαδοχική μετάβαση από την κατάσταση ελαφρού ύπνου στον βαθύ ύπνο. Τα στάδια έγιναν εμφανή χάρη σε ειδικές μετρήσεις οι οποίες χρησιμοποιούνται μέχρι τις μέρες μας στα ιατρεία ύπνου προκειμένου να εκτιμηθούν οι ποιοτικές και ποσοτικές παράμετροι του ύπνου των ασθενών. Ετσι, αν κάποιος από εμάς παραπονείται για αϋπνία και θελήσει να εξεταστεί σε ένα ιατρείο ύπνου, η εξέτασή του θα διαρκέσει ολόκληρη τη νύχτα (πιθανότατα θα χρειαστούν περισσότερες νύχτες) και οι κλινικοί υπνολόγοι θα καταγράψουν με τη βοήθεια ειδικών συσκευών τουλάχιστον τρεις παραμέτρους: την εγκεφαλική ενεργότητα, την κίνηση των οφθαλμών και τον μυϊκό τόνο.

Στον ύπνο REM αναμένεται να καταγραφούν έντονες οφθαλμικές κινήσεις και πλήρης ατονία των γραμμωτών μυών. (Με άλλα λόγια, μειώνεται έντονα η δυνατότητά μας να κουνήσουμε τα χέρια ή τα πόδια μας, αλλά δεν παραλύουν οι μύες που ευθύνονται για την κινητικότητα των οφθαλμών.) Το πρώτο στάδιο του NREM ύπνου ονομάζεται υπναγωγό και αποτελεί τη μετάβαση από την εγρήγορση στον ύπνο. Ενώ κατά το πρώτο αυτό στάδιο η αφύπνιση είναι εύκολη κατά τη διάρκεια του δευτέρου σταδίου εισερχόμαστε σε μια κατάσταση όπου για την αφύπνισή μας απαιτείται ένα σχετικώς έντονο ερέθισμα. Στο 3ο και 4ο στάδιο η αφύπνιση είναι ακόμη δυσκολότερη, οι οφθαλμικές κινήσεις είναι σχεδόν απούσες και η μυϊκή ενεργότητα ελάχιστη.

Ο ύπνος αρχίζει από τη φάση NREM η οποία διαρκεί περί τα 90 λεπτά και στη συνέχεια εισερχόμαστε στη φάση REM. Στη διάρκεια του ύπνου μιας νύχτας «χωρούν» τρεις - πέντε εναλλαγές REM και NREM ύπνου οι οποίες όμως εμφανίζουν ποιοτικές διαφορές: όσο προχωρεί η νύχτα οι περίοδοι του σταδίου REM τείνουν να γίνονται διαρκέστερες, ενώ το αντίθετο συμβαίνει με τα στάδια 3 και 4 του NREM ύπνου, τα οποία εξαφανίζονται περί το τέλος της νύχτας. Η αφύπνιση από τον ύπνο REM συνοδεύεται στο 70%-80% των περιπτώσεων από αναμνήσεις ονείρων, ενώ η αφύπνιση από τον NREM ύπνο χαρακτηρίζεται είτε από απουσία νοητικής δραστηριότητας είτε από ανάμνηση κατακερματισμένων σκέψεων ή μη καθορισμένων εικόνων. Αν και κατά τη διάρκεια του NREM ύπνου παρατηρείται επιβράδυνση όλων των σωματικών λειτουργιών, ο ύπνος αποτελεί περίοδο αυξημένης νευροενδοκρινικής δραστηριότητας με έκκριση ορμονών όπως η μελατονίνη (η οποία εκκρίνεται μόνο τη νύχτα) ή η αυξητική ορμόνη (της οποίας η έκκριση εντοπίζεται κυρίως κατά τις δύο πρώτες ώρες του ύπνου).

Σε τι χρησιμεύει;

Παρά τις εκτεταμένες παρατηρήσεις, απάντηση στο ερώτημα «σε τι χρησιμεύει ο ύπνος;» δεν έχει βρεθεί. Υπάρχουν ωστόσο θεωρίες που δίνουν πειστικές απαντήσεις σε αυτό. Η μια από αυτές θέλει τον ύπνο να είναι μια τρίτη συνειδησιακή κατάσταση κατά τη διάρκεια της οποίας ολοκληρώνονται, οροθετούνται και μπαίνουν σε τάξη τα ερεθίσματα και οι εμπειρίες της προηγούμενης ημέρας. Η εμπέδωση της μνήμης κατά τη διάρκεια του ύπνου είναι ένα καλά τεκμηριωμένο φαινόμενο. Μια άλλη θεωρία θέλει τον ύπνο να έχει προκύψει εξελικτικά, ως ένα φαινόμενο προσαρμογής στην ανάγκη για προστασία: ένα ζώο βλέπει καλύτερα κατά τη διάρκεια της ημέρας και έτσι αναζητεί την τροφή του καλύτερα ενώ αντιλαμβάνεται ταχύτερα τους θηρευτές του. Αντιθέτως, τη νύχτα μπορεί κοιμώμενο να αποφύγει τους εχθρούς του και να κάνει οικονομία ενέργειας.

Μπορεί οι επιστήμονες να μην είναι σε θέση να δώσουν σαφείς απαντήσεις σχετικά με τη χρησιμότητα του ύπνου, αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να περιγράψουν τις διαταραχές του και να αναζητήσουν (επιτυχώς) τρόπους αντιμετώπισής τους. Μπορεί κανείς να διαχωρίσει τις διαταραχές του ύπνου σε παιδικές και ενηλίκων. Οι διαταραχές του ύπνου που παρατηρούνται κατά την παιδική ηλικία είναι οι εφιάλτες, οι νυχτερινοί τρόμοι, η υπνοβασία και η νυχτερινή ενούρηση. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι παιδικές διαταραχές του ύπνου θεωρούνται αναπτυξιακά φαινόμενα, τα οποία στον βαθμό που δεν συνεχίζονται στην ενηλικίωση δεν αποτελούν λόγους σοβαρής ανησυχίας. Ωστόσο, δεν είναι όλα τα φαινόμενα της ίδιας βαρύτητας. Σύμφωνα με τον κ. Σολδάτο: «η υπνοβασία και οι νυχτερινοί τρόμοι δεν πρέπει να ανησυχούν τους γονείς. Αντίθετα οι εφιάλτες μπορούν να είναι δείκτης ψυχοπαθολογίας ή ψυχικής πίεσης και καλό θα ήταν οι γονείς να αναζητούν ιατρική βοήθεια».

Διαταραχές και αντιμετώπιση

Η πλέον διαδεδομένη διαταραχή του ύπνου των ενηλίκων είναι η αϋπνία. Επισήμως η αϋπνία ορίζεται ως το υποκειμενικό αίσθημα ανεπαρκούς ή διαταραγμένου ύπνου παρά την επάρκεια του διαθέσιμου για ύπνου χρόνου. Με άλλα λόγια, η αϋπνία είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις διαταραχών όπου δεν απαιτείται αντικειμενική εξωτερική επιβεβαίωση για να γίνει η διάγνωσή της: όταν κάποιος εκτιμά πως πάσχει από αϋπνία, πάσχει από αϋπνία! Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι οι κλινικοί υπνολόγοι δεν διαθέτουν εργαλεία τα οποία τους επιτρέπουν να εκτιμήσουν επακριβώς τα ποσοστικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά του ύπνου των ασθενών που καταφεύγουν στα ιατρεία τους. Ο κ. Σολδάτος και ο συνεργάτης του στο ιατρείο ύπνου του Αιγινητείου Νοσοκομείου κ. Δ. Δικαίος έχουν δημιουργήσει ένα τέτοιο εργαλείο αντικειμενικής εκτίμησης της αϋπνίας το οποίο ονομάζεται «Κλίμακα Αϋπνίας Αθηνών» (Athens Insomnia Scale). Οπως εξηγεί ο κ. Σολδάτος: «η αντικειμενική εκτίμηση της αϋπνίας παρέχει τη δυνατότητα καλύτερης αντιμετώπισής της. Επιτρέπει παραδείγματος χάριν να διαπιστωθεί αν οι παραπονούμενοι για αϋπνία ασθενείς κοιμούνται όντως λιγότερο ή αν/και η ποιότητα του ύπνου τους είναι χαμηλή».

Οι λόγοι για τους οποίους κάποιος εμφανίζει αϋπνία είναι πολλοί. Η χρόνια πάντως αϋπνία εμφανίζεται περισσότερο σε άτομα τα οποία δυσκολεύονται να εξωτερικεύσουν τα συναισθήματά τους και μπορεί να πυροδοτηθεί από γεγονότα που προκαλούν αυξημένο στρες. Η αντιμετώπιση της αϋπνίας πρέπει να είναι προσωποποιημένη, καθώς κάθε ασθενής είναι διαφορετικός, και να περιλαμβάνει περισσότερες της μίας επιλογές. Σύμφωνα με τον κ. Kales: «η πολυδιάστατη προσέγγιση για την αντιμετώπιση της αϋπνίας είναι η ενδεδειγμένη. Αυτή πρέπει να περιλαμβάνει την εκπαίδευση των ασθενών ώστε να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα υγιεινής του ύπνου, ψυχοσυμπεριφορική αντιμετώπιση, πιθανώς αντικαταθλιπτική αγωγή και τέλος φάρμακα που βοηθούν στην έλευση του ύπνου. Προσοχή, όμως! Αυτά τα τελευταία πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο ως συμπληρώματα της πολυδιάστατης προσέγγισης που προαναφέραμε. Δυστυχώς παρατηρούμε ότι πολλές φορές τα φάρμακα αυτά, τα οποία μάλιστα χάνουν την αποτελεσματικότητά τους με την πάροδο του χρόνου, αποτελούν τη μόνη μορφή αντιμετώπισης της αϋπνίας».

Η υπνική άπνοια δεν είναι τόσο διαδεδομένη όσο η αϋπνία, αλλά μπορεί να αποβεί ακόμη και μοιραία για τον ασθενή. Πρόκειται για τη διακοπή της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου η οποία αναγνωρίζεται (συνήθως από τους συγκοιμωμένους τους) από το έντονο ροχαλητό και τις βαθιές αναπνοές που το ακολουθούν. Σύμφωνα με τον κ. Kales: «καμιά φορά τα ζευγάρια αστειεύονται αναφερόμενα στο ροχαλητό του ή της συζύγου και περιγράφουν πως αυτό τούς έχει οδηγήσει σε χωριστές κρεβατοκάμαρες. Μακράν όμως του να είναι λόγος αστεϊσμών η υπνική άπνοια, για τη διάγνωση της οποίας απαιτείται η έλευση του ασθενούς στο ιατρείο ύπνου και παρακολούθηση του ύπνου του, μπορεί να οδηγήσει σε υπέρταση, καρδιαγγειακά προβλήματα, ακόμη και σε θάνατο».

Τόσο η αϋπνία όσο και η υπνική άπνοια και οι άλλες διαταραχές ύπνου (υπερυπνία, ναρκοληψία) έχουν ως συνέπεια την υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, η οποία μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις τόσο στην επαγγελματική και προσωπική ζωή των ασθενών όσο και στην ασφάλειά τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι η έλλειψη ύπνου για 24 ώρες προκαλεί την ίδια μείωση αντανακλαστικών που προκαλεί και η ποσότητα αλκοόλ η οποία σε περίπτωση αλκοτέστ θα οδηγούσε σε επιβολή κυρώσεων. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που σύμφωνα με στατιστικές των ΗΠΑ το 3% των τροχαίων ατυχημάτων και το 4% των θυμάτων από αυτά αποδίδονται σε έλλειψη ύπνου.

Επειδή όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να θέτει κανείς τη ζωή του σε κίνδυνο, ούτε να ταλαιπωρείται με διαταραχές που η σύγχρονη επιστήμη μπορεί να θεραπεύσει, αν νομίζετε ότι έχετε συμπτώματα διαταραχών του ύπνου μια επίσκεψη στους ειδικούς θα μπορούσε να σας απαλλάξει από πολλά δεινά. Καληνύχτα σας!

Συμβουλές για καλό ύπνο

Τι να κάνετε:

  • Να πηγαίνετε για ύπνο την ίδια ώρα κάθε βράδυ.
  • Να σηκώνεστε την ίδια ώρα κάθε πρωί.
  • Να ασκείστε νωρίς το απόγευμα.
  • Να καθιερώσετε σταθερή σειρά ενεργειών πριν από τον ύπνο.
  • Φροντίστε να είναι το υπνοδωμάτιό σας σκοτεινό, δροσερό και ήσυχο.

Τι να μην κάνετε:

  • Μην πίνετε καφεΐνη το απόγευμα.
  • Μην ασκείστε τρεις ώρες προτού ξαπλώσετε.
  • Μην πίνετε οινόπνευμα το βράδυ.
  • Μην καπνίζετε πριν από τον ύπνο και κατά τη νύχτα.
  • Μη χρησιμοποιείτε το κρεβάτι για άλλες δραστηριότητες πλην του ύπνου και του σεξ.

Καταρρίπτοντας τους μύθους

  • Μύθος 1. Η υπνοβασία είναι η δραματοποίηση των ονείρων.

Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει καθώς τόσο η υπνοβασία όσο και οι νυχτερινοί τρόμοι συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του NREM και όχι του REM ύπνου, όπου ονειρευόμαστε.

  • Μύθος 2. Δεν πρέπει να ξυπνάμε τους υπνοβάτες

Ο καθηγητής κ. Κάλης είναι κατηγορηματικός: «Για την ασφάλεια των υπνοβατούντων το καλύτερο είναι να τους αφυπνίσουμε πλήρως, αλλά όχι απότομα. Αυτό πρέπει να γίνεται βαθμηδόν».

  • Μύθος 3. Οι εφιάλτες και οι νυχτερινοί τρόμοι είναι το ίδιο φαινόμενο.

Δεν είναι το ίδιο φαινόμενο, πράγμα το οποίο καταδεικνύεται από το γεγονός ότι οι εφιάλτες συμβαίνουν στη φάση REM του ύπνου, ενώ οι νυχτερινοί τρόμοι στη φάση NREM. Οι δύο αυτές διαταραχές του ύπνου εύκολα διαχωρίζονται από τους ειδικούς γιατρούς με τη λήψη ιστορικού.

Ο ύπνος σε αριθμούς

  • Κοιμόμαστε περίπου 8 ώρες την ημέρα. Αυτό σημαίνει 56 ώρες την εβδομάδα, 240 ώρες τον μήνα και 2.920 ώρες τον χρόνο.
  • Πρακτικώς, κοιμόμαστε το ένα τρίτο της ζωής μας! Με άλλα λόγια, στη διάρκεια ενός έτους έχουμε κοιμηθεί 122 ημέρες. 'Η, αλλιώς, ένα άτομο ηλικίας 75 ετών έχει κοιμηθεί 25 χρόνια!
  • Ονειρευόμαστε μόνο στη φάση REM στην οποία εισερχόμαστε περί τις 5 φορές κατά τη διάρκεια των 8 ωρών.
  • Αν υποθέσουμε ότι ονειρευόμαστε κάθε φορά που είμαστε στη φάση REM, τότε θα έχουμε δει 1.825 όνειρα στη διάρκεια ενός έτους, ενώ ένα άτομο ηλικίας 75 ετών θα έχει δει 136.875 όνειρα.
  • Ο ύπνος δεν είναι ίδιος σε όλες τις ηλικίες: ένα νεογέννητο κοιμάται περί τις 16 ώρες την ημέρα και περνά το 50% του ύπνου του στη φάση REM. Ενα άτομο ηλικίας 85 ετών κοιμάται περί τις έξι ώρες κάθε μέρα και μόνο το 15% του ύπνου του είναι στη φάση REM.
  • Και τα ζώα κοιμούνται (τουλάχιστον τα ανώτερα). Πρωταθλήτριες στον ύπνο είναι οι νυχτερίδες οι οποίες κοιμούνται περί τις 20 ώρες το 24ωρο. Αντίθετα, οι καμηλοπαρδάλεις κοιμούνται μόνο δύο ώρες την ημέρα.
  • 50% ένα αξιοσημείωτο φαινόμενο παρατηρείται στα δελφίνια: τα ημισφαίρια των εγκεφάλων τους «κοιμούνται» εναλλάξ.
  • Η συχνότητα της αϋπνίας (παροδικής ή χρόνιας) στον γενικό πληθυσμό είναι της τάξεως του 20%-30%.

Της Ιωάννας Σουφλέρη, από το "ΒΗΜΑScience" ένθετο στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, 1 Ιουλίου 2007.